Οικονομική ή πολιτική η κόντρα ΕΕ-Κίνας;

 
kinezika solar Οικονομική ή πολιτική η κόντρα ΕΕ Κίνας;

Οικονομική ή πολιτική η κόντρα ΕΕ-Κίνας;

Εάν δεν αντιμετωπιζόταν καταλλήλως, η εν εξελίξει διαφωνία για τους προτεινόμενους δασμούς της ΕΕ στις εισαγωγές ηλιακών συλλεκτών από την Κίνα έχει τη δυνατότητα να οδηγήσει σε μια σοβαρή εμπορική διαφωνία μεταξύ των Βρυξελλών και του Πεκίνου. Η κινεζική αντιπροσωπεία στην ΕΕ δεν έχει απλώς δώσει μια σκληρή απάντηση, έχει επίσης αναμφισβήτητα κινητοποιήσει 18 από τα 27 κράτη-μέλη της ΕΕ, με την καθοδήγηση της Γερμανίας, να αντιταχθούν στην πρόταση για την προσωρινή (εξάμηνη) επιβολή δασμών κατά μέσο όρο ύψους 47% στις εισαγωγές κινεζικών ηλιακών παραγωγών, προκειμένου να αντιμετωπιστεί ο φερόμενος ως αθέμιτος ανταγωνισμός από την Κίνα.

Σύμφωνα με τους κανόνες της ΕΕ, η Κομισιόν έχει την εξουσία να αποφασίσει εάν θα τεθούν σε εφαρμογή οι προσωρινοί δασμοί. Αλλά η αντίδραση από τα κράτη-μέλη θα αποδυναμώσει την εξουσία του Επιτρόπου De Gucht όσο η έρευνα προχωρά προς μια κατάληξη το Δεκέμβριο, όταν και θα μπορούν να εμποδίσουν τελικά την πρότασή του. Η Κομισιόν ερευνά τους ισχυρισμούς για dumping των κινεζικών ηλιακών συλλεκτών και επίσης το εάν οι επιδοτήσεις που παρέχονταν από την κινεζική κυβέρνηση στον κινεζικό κλάδο, αντιστοιχούν σε μια αθέμιτη πρακτική του εμπορίου. Η πρόσφατη επιβολή anti-dumping δασμών από το αμερικανικό υπουργείο Εμπορίου και που κυμαίνονται από το 18,32%-249,96%, σε κύτταρα ηλιακής ενέργειας που εισάγονται από την Κίνα, υποστηρίζουν την άποψη της ΕΕ.

Όπως και στην περίπτωση οποιασδήποτε dumping διαφωνίας, οι αντιδράσεις ποικίλουν μεταξύ των πλευρών που επηρεάζονται, και που θρηνούν για την απώλεια της ανταγωνιστικότητας, της κερδοφορίας και των θέσεων εργασίας, και εκείνων των καταναλωτών και παραγωγών που επωφελούνται από τις μειωμένες τιμές των εισαγωγών. Δεδομένων των σύγχρονα κατανεμημένων αλυσίδων παραγωγής σε όλες τις χώρες, το περιεχόμενο των εισαγωγών από τις εξαγωγές είναι περίπου στο 40% σήμερα ενώ το μερίδιο των ενδιάμεσων αγαθών στο εμπόριο έχει αυξηθεί στο 50%-60% του παγκόσμιου εμπορίου.

Η πρώτη ομάδα συνήθως υποστηρίζει τη στροφή προς τα εμπορικά μέσα για να αντισταθμίσει τις επακόλουθες επιπτώσεις στον πληγέντα οικονομικό τομέα, ενώ η δεύτερη επίσης ανησυχεί για τις οικονομικές επιπτώσεις σε άλλους κλάδους και για τα ζητήματα αποδοτικότητας σε όλους τους κλάδους. Επιπλέον, η έρευνα για τη μέση αποδοτικότητα και το κόστος της αμερικανό/ευρωπαϊκής ηλιακής παραγωγής έναντι της παραγωγής σε κινεζικές εγκαταστάσεις, αποδεικνύει ότι περίπου το 18%-30% του πλεονεκτήματος της τιμής των κινεζικών προϊόντων, προέρχεται από την αποδοτικότητα του κόστους της κάθετης ολοκλήρωσης, των οικονομιών κλίμακας και των υπό διαπραγμάτευση εκπτώσεων από τους προμηθευτές των ενδιάμεσων εισαγωγών, καθώς και από τα μηχανήματα και τον  εξοπλισμό. Αυτά όλα έρχονται ως προσθήκη στα πλεονεκτήματα που προκύπτουν από το χαμηλό κινεζικό εργατικό κόστος και τη διαθεσιμότητα φθηνών πιστωτικών συναλλαγών.

Αλλά πώς επηρεάζει, εάν επηρεάζει καθόλου, αυτή η διαφωνία τον άλλο ασιατικό γίγαντα που επικεντρώνεται στην ανανεώσιμη ενέργεια ως ένα μέσο για την απεξάρτηση της τρέχουσας και μελλοντικής ανάπτυξης του ΑΕΠ από τον άνθρακα; Διάφοροι αναλυτές έχουν συνδέσει στην εικόνα την Ινδία, υποστηρίζοντας ότι θα βγει ωφελημένη καθώς οι anti-dumping δασμοί στις κινεζικές εταιρείες θα οδηγήσουν στο να γίνει η Ινδία ένας «εναλλακτικός προορισμός κατασκευών» για τις εταιρείες. Η Κομισιόν αξιολογεί επίσης τις κατηγορίες για dumping, συγκρίνοντας τις τιμές που χρεώνουν οι κινεζικές εταιρείες για τα φωτοβολταϊκά τους προϊόντα στην Ευρώπη με αυτές που χρεώνονται στην Κίνα (πολύ υψηλότερες στην Ευρώπη από ό,τι στην Κίνα).

Τα αναμενόμενα οφέλη για την Ινδία ωστόσο, είναι αμφισβητήσιμα, καθώς η ικανότητα της Ινδίας να εκμεταλλευτεί τον κενό χώρο που θα αφήσει η κινεζική μεταποίηση, είναι μια συνάρτηση της ευκολίας του επιχειρείν στη χώρα, και των φυσικών υποδομών που είναι απαραίτητες για την παραγωγή και της εγχώριας περιβαλλοντικής πολιτικής (εκτός από την πολυσυζητημένη εργασιακή νομοθεσία). Όλα αυτά ωστόσο δεν μπορούν ακόμη να υποδεχθούν παραγωγικές διαδικασίες μεγάλης κλίμακας και μονάδες αλά Κίνα. Παρά τις τοπικού περιεχομένου απαιτήσεις στο πλαίσιο της Εθνικής Ηλιακής Αποστολής (NSM), εμπειρογνώμονες του κλάδου υποστηρίζουν ότι είναι η απουσία κατεύθυνσης και πολιτικής στήριξης από την κυβέρνηση της Ινδίας που αποτελεί σήμερα τροχοπέδη για την ηλιακή παραγωγή στην Ινδία.

Επιπλέον, οι σχετικές απαιτήσεις τοπικού περιεχομένου στο πλαίσιο της NSM υπόκεινται τώρα σε μια καθοδηγούμενη από τις ΗΠΑ διαβούλευση των διαφωνιών στον ΠΟΕ (WT/DS456/1). Σύμφωνα με τις ΗΠΑ, τα οφέλη για τους παραγωγούς ηλιακής ενέργειας, θα περιλαμβάνουν επιδοτήσεις μέσω εγγυημένων, μακροπρόθεσμων τιμών ηλεκτρικών ενέργειας, παραβαίνοντας ως εκ τούτου τις υποχρεώσεις TRIMS και SCM της Ινδίας στον ΠΟΕ. Αυτό είναι σίγουρο ότι θα έχει επιπτώσεις για την NSM, όπως επίσης και για την εγχώρια υπόθεση anti-dumping που η ίδια η Ινδία ξεκίνησε στα τέλη του περασμένου έτους για τις εισαγωγές ηλιακών PV από τη Μαλαισία, την Κίνα, την Ταϊβάν και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αναρωτιέται επίσης κανείς εάν το αίτημα των ΗΠΑ για διαβουλεύσεις αποτελεί ένα μέτρο αντιποίνων κατά των anti-dumping ερευνών της Ινδίας.

Έτσι, εν όψει της παρατεταμένης επιβράδυνσης στην ανάπτυξη του εμπορίου, χαμηλότερα από το μακροπρόθεσμο μέσο όρο παγκοσμίως και ειδικά στην Ευρώπη, δεν είναι σαφές το εάν είναι η οικονομία ή η πολιτική αυτό που κινητοποιεί αυτές τις ενέργειες. Στην πραγματικότητα, η έρευνα έχει αποδείξει ότι τα πλεονεκτήματα από την κινεζική βιομηχανική πολιτική και από την κρατική επιχορήγηση, αντιστοιχούν μόλις στο ο3%-5% της συνολικής ανταγωνιστικότητα των τιμών. Είναι αβέβαιο ωστόσο πώς οι ενέργειες αυτές διασφάλισης θα αποκαταστήσουν τις ανησυχίες για την ανταγωνιστικότητα και την αποδοτικότητα του κόστους, που είναι απαραίτητα για την μακροπρόθεσμη και βιώσιμη επίλυση του προβλήματος

Πηγή:www.capital.gr

 
This entry was posted in ΕΙΔΗΣΕΙΣ and tagged , , . Bookmark the permalink.

Comments are closed.